Οι διώξεις του λαού της Τήνου για την προσπάθειά του να διαφυλάξει το νησί απέναντι στην επίθεση των “πράσινων επενδυτών” κλιμακώνονται.

Έως τώρα έχουμε δει στην Τήνο:

  • Κλήσεις για καταθέσεις στο Λιμεναρχείο, σε όσους βρέθηκαν στο λιμάνι της Τήνου στις 18 και στις 19 Δεκεμβρίου 2019
  • Επανειλημμένες ανήκουστες απαγορεύσεις κυκλοφορίας στο κεντρικό οδικό δίκτυο του νησιού, από την Αστυνομία (εκτός περιόδων lockdown), για την διευκόλυνση της εταιρείας
  • Αναγνώριση και καταγραφή προσωπικών στοιχείων από τους αστυνομικούς του ΑΤ Τήνου για πάνω από εκατό ανθρώπους που συμμετείχαν σε ειρηνικές διαμαρτυρίες
  • Πρωτοφανή βίαιη καταστολή από την αστυνομία και κράτηση εννέα πολιτών για πάνω από δέκα ώρες στις 20 Μαΐου 2020
  • Αγωγή της εταιρείας σε εκατό κατοίκους με την οποία ζητά εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ,
  • Μηνύσεις από την εταιρεία αλλά και αυτεπάγγελτες διαδικασίες που οδηγούν σε δικογραφίες που φτάνουν στον εισαγγελέα
  • Κλήσεις 71 ανθρώπων σε απολογία, για μια ειρηνική διαμαρτυρία στις 11 Φεβρουαρίου 2020
  • Πρόστιμα για παράνομη μετακίνηση από το Λιμεναρχείο Τήνου και το ΑΤ Τήνου λόγω μιας νόμιμης διαμαρτυρίας μέσα στην Χώρα της Τήνου, χωρίς επιτόπιο έλεγχο, με επίδοση μετά από μέρες, στα σπίτια ή και στους χώρους εργασίας των ανθρώπων, ακόμη και σε κάποιους που δεν βρέθηκαν ποτέ στην διαμαρτυρία.

Πλέον έφτασε και η ώρα του δικαστηρίου. Η πρώτη Μαρτίου ορίστηκε ως η πρώτη δικάσιμος και τριάντα έξι κάτοικοι της Τήνου καλούνται να παρουσιαστούν στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου για να δικαστούν ως υπαίτιοι “παράνομης βίας από κοινού” και “απείθειας από κοινού” αδικήματα τα οποία υποτίθεται ότι διέπραξαν την 20η Μαΐου 2020.

Οι Τηνιακοί που προστατεύουν τον τόπο τους, είναι αθώοι. Οι πραγματικοί ένοχοι βρίσκονται απέναντί τους.

Ο λαός της Τήνου εδώ και πάνω από δύο χρόνια δίνει έναν αγώνα δίκαιο και συλλογικό απέναντι στην καταστροφή του νησιού τους. Απέναντί τους έχουν την νομοθεσία των κυβερνήσεων και τις δυνάμεις καταστολής που στρώνουν το χαλί για τους “επενδυτές”.

Μια βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης Ν.Δ, ήταν και είναι η παραπέρα προώθηση της «απελευθέρωσης» και ιδιωτικοποίησης της αγοράς ενέργειας και η ολοκλήρωση της «απολιγνιτοποίησης», παίρνοντας τη σκυτάλη από τον ΣΥΡΙΖΑ και τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Στο όνομα δήθεν της προστασίας του περιβάλλοντος με την λεγόμενη «πράσινη» ενέργεια και της μείωσης της τιμής του ρεύματος για τους λαϊκούς καταναλωτές. Η απολιγνιτοποίηση προχωρά, ορυχεία, σταθμοί παραγωγής κλείνουν, οι εθελούσιες αποχωρήσεις – απολύσεις συνεχίζονται, ενώ παράλληλα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα, μονάδες καύσης βιομάζας για παραγωγή ενέργειας ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, αξιοποιώντας το νομικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν οι κυβερνήσεις Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ, παραδίνοντας στους επιχειρηματίες της «πράσινης οικονομίας» ακόμα και περιοχές «NATURA».

Με τις συνεχείς εγκρίσεις ΜΠΕ, αλλά και την οικονομική στήριξη σε μια σειρά τέτοιους επενδυτές ΑΠΕ, προωθείται ενεργά η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης και της Ε.Ε. Πρόκειται για ωμή επίθεση του κεφαλαίου απέναντι στο φυσικό περιβάλλον. Η απελευθέρωση- ιδιωτικοποίηση της ενέργειας όχι απλά δεν εξασφαλίζει φθηνότερη ενέργεια για τα λαϊκά νοικοκυριά, αντιθέτως η τιμή της, λόγω ακριβώς αυτής της ιδιωτικοποίησης αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο με αποτέλεσμα όλο και περισσότερα νοικοκυριά να μην έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν.

Το αστικό κράτος πιστό στο ρόλο του της υπεράσπισης των κερδών των «επενδυτών» και των γενικών συμφερόντων της άρχουσας τάξης επιχειρεί να «προσπεράσει» τις όποιες λαϊκές αντιδράσεις των φορέων και των τοπικών κοινωνιών. Ενώ όταν δεν το καταφέρνει αυτό προχωρά στην ανοιχτή καταστολή προκειμένου να επιβάλλει το «δίκαιο» του επενδυτή.

Με αίσθημα αλληλεγγύης για όσους αγωνίζονται να διασώσουν τον την φυσιογνωμία και το φυσικό περιβάλλον του τόπου τους,

  • στηρίζουμε όλους όσους διώκονται αναίτια για την συμμετοχή τους σε αυτόν τον αγώνα
  • ζητάμε την άμεση απαλλαγή τους και την άμεση παύση όλων των διώξεων
  • καταγγέλλουμε την συνεχιζόμενη αγνόηση της βούλησης της Τηνιακής κοινωνίας από την κυβέρνηση και τις “πράσινες” εταιρείες